μπέμπα

μπέμπα
η
βλ. μπέμπης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • μπέμπα — μπέμπα, η και μπεμπέκα, η (λ. αγγλ.), θηλυκό μωρό, μικρό κορίτσι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Giorgos Zampetas — ( el. Γιώργος Ζαμπέτας, sometimes romanized as George Zambetas) was a well known bouzouki musician. He was born in 25 January 1925 in Athens but his origins are from Kifnos. He died in 10 March 1992.Early yearsGiorgos Zampetas, Greek music… …   Wikipedia

  • μπέμπης — και μπεμπές, ο, θηλ. μπέμπα 1. μικρό παιδί, μωράκι 2. ανόητος και κακομαθημένος νέος («ώρες ώρες κάνει σαν μπέμπης κι ας είναι τριάντα χρονών»). [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. μπέμπης < αγγλ. baby, ενώ ο τ. μπεμπές < γαλλ. bebe] …   Dictionary of Greek

  • μπεμπέκα — η 1. (υποκορ. τού μπέμπα) κοριτσάκι 2. (ειρωνικά) ώριμη γυναίκα που νεάζει. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. bebek] …   Dictionary of Greek

  • μπεμπούλα — η υποκορ. τού μπέμπα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”